Τα χέρια σου στον λαιμό μου με τρόμαξαν.
Με γύρισαν πίσω στο δωμάτιο του ξενοδοχείου
και δεν μπορούσα να φύγω.
Εγώ έκλαιγα κι εκείνος γελούσε.
Ήταν αστείο το τραύμα μου.
Ήμουν υπερβολικά ευαίσθητο κοριτσάκι,
ακριβώς σαν αυτά που του αρέσει να πονάει
Όταν γύρισα είπα πόσο ωραία πέρασα.
Είχε μπερδευτεί το κεφάλι μου.
Τα χέρια στον λαιμό μου με μπερδεύουν.
Γιατί σε καυλώνει να με μισείς;
Γιατί με καυλώνει να με μισείς;
Γιατί έχεις τα χέρια σου στον λαιμό μου;
Γιατί μου κόβεις την ανάσα;
Γιατί μ’ αρέσει αυτό;
Εγώ ήθελα να νοιαζόμασταν λίγο.
Ήθελα να νιώσω πως είμαστε άνθρωποι.
Κι εσύ με άφησες να σου φιλήσω τα μαλλιά.
Και δε φορούσες άρωμα, και δεν το χρειαζόσουν.
Και ένιωσα πως είμαστε άνθρωποι
και πως το να μην αγαπιέσαι
δε σημαίνει να αδιαφορείς
το να μην αγαπιέσαι είναι το βήμα
πριν να αγαπηθείς
Ένιωσα για λίγο πως δε μισώ το σώμα μου
Πως δεν το μισείς κι εσύ
Σ’αρέσει το σώμα μου, το νιώθω
το βλέπω στα μάτια και στο σώμα σου
Δε με μισείς.
Τότε γιατί τα χέρια σου είναι στον λαιμό μου;