Μια μέρα ο κόσμος μου είχε γυρίσει ανάποδα.
Ο φρεσκοφτιαγμένος και επιτέλους χαρούμενος κόσμος μου σκοτείνιασε πολύ απότομα
κι έβρεχε πάλι άσχημα συναισθήματα.
Εκείνη τη μέρα όλα είχανε πάει στραβά.
Σαν παιδιά κι εμείς, λοιπόν, μια μέρα, για λίγες ώρες, χωρίσαμε.
Ούτε που θέλω να θυμάμαι πώς ένιωθα, μα δε με τρομάζει η ανάμνηση,
δε νιώθω πως με απειλεί.
Όπως όλα τα τραύματα - μικρά ή μεγάλα - έρχεται μια στιγμή
που μπορείς να μιλήσεις γι αυτό.
Εκείνη τη μέρα όλα πήγαν στραβά.
Ξύπνησα στραβά, δεν είχα όρεξη, θύμωνα μόνη μου κι έκλαιγα μόνη μου.
Κι ήξερα πως θα συνεχίσουν να πηγαίνουν στραβά, το ένιωθα.
Και χωρίσαμε.
Και μάζεψα τα πράγματά μου και πήγα να βρω τις φίλες μου.
Και είχαν καθίσει σε μαγαζί που απαγορευόταν το κάπνισμα -πήγαν ΟΛΑ στραβά!
Ύστερα πήγα σε πιο ταιριαστό μαγαζί, με πιο ταιριαστή φίλη.
Και ήπια.
Και βγήκες κι εσύ μ' έναν φίλο σου.
Και ήπιες.
Κι ύστερα κοιμηθήκαμε μαζί.
Και την άλλη μέρα πήγαμε για καφέ.
Κι αποφασίσαμε πως θα το λύσουμε.
Και την παρα-άλλη μέρα πήγαμε για μπόουλινγκ.
Το κόνσεπτ ήταν πως θα ηρεμήσουμε,
θα κάνουμε σα να μην έγινε τίποτα,
απλά θα παίξουμε μπόουλινγκ.
Κι ήταν σαν μην έγινε τίποτα,
απλά παίζαμε μπόουλινγκ.
Θυμάμαι πως έκανα σαν παιδάκι,
ήμουν πολύ χαρούμενη που ήμουν εκεί μαζί σου
κι έπαιζα ένα παιχνίδι.
Κάποια στιγμή μπήκε αυτό το τραγούδι που δεν το ήξερα,
και χόρευα μπροστά στον διάδρομο του μπόουλινγκ
κι εσύ γελούσες.
Κι ένιωσα πως χαίρεσαι που είμαι το κορίτσι σου,
ένιωσα πως είσαι περήφανος που το δικό σου κορίτσι χορεύει.
Ένιωσα πως με επέλεξες πάλι.
Κι έτσι αυτό το τραγούδι πάντα θα το αγαπώ
και πάντα θα με ηρεμεί.
Αβάνα ου-να-να.