Φταίει η άνοιξη και τα τραγούδια που ακούω –θα καταλάβεις σε λίγο ποια είναι αυτά. Αλλά τα ‘χω πάρει με τους ανθρώπους –ανώνυμα.
Όταν με ρωτάς λοιπόν αγαπητέ μίζερε, αν είμαι καλά, απαντάω «είναι άνοιξη». Κι αν με ρωτήσεις σε 3 μήνες θα σου πω «είναι καλοκαίρι». Κι αν με ρωτήσεις σε 6 θα πω «είναι φθινόπωρο». Και σε 9 θα πω «είναι χειμώνας». Όχι δε μ’ αρέσουν τόσο πολύ όλες οι εποχές. Απλώς έχουμε μια βασική διαφορά, δηλαδή εγώ έχω μια βασική διαφορά με τους μίζερους όλου του κόσμου. Δε φτιάχνω λόγους για να είμαι θλιμμένη.
Εσύ βλέπεις το συννεφιασμένο ουρανό –που εγώ θα τον έλεγα «διαμαντένιο ουρανό» instead—κι αρχίζεις εκ των προτέρων να τσατίζεσαι που ίσως και να πρόκειται να βρέξει. Είμαστε με τα καλά μας; Ωραία, δηλαδή κι αν βρέξει τι θα γίνει, από χαρτί είσαι φτιαγμένος; Από’δω και πέρα λοιπόν σε λέω χάρτινο άνθρωπο.
Κι όλα αυτά στα έχω πει –πες ό,τι θες μόνο μην πεις πως δε σου το ‘πα!—και μια που το ανέφερα μάλλον έχεις παρερμηνεύσει και κάποιους στίχους, χάρτινε άνθρωπε(μπορεί και εγώ να τους έχω παρερμηνεύσει υπέρ μου, αλλά ακόμα κι ο τρόπος που αλλάζεις τα δεδομένα κάτι σημαίνει). Σ’αυτό λοιπόν το τραγουδάκι λέει «δεν είναι η φρίκη, είναι η ζωή που σου ανήκει». Μετά το «δεν είναι η φρίκη» εσύ προφανώς βάζεις ερωτηματικό για να μπορείς μετά να συζητάς με τον καθρέφτη σου πόσο χάλια είναι η ρημάδα η ζωή. Εγώ βάζω θαυμαστικόà δεν είναι η φρίκη!
και θα ξαναματαβάλω αυτή την εικονίτσα :
Κι αν τέλος πάντως δε σε πείθει το χαμογελαστό παιδάκι με τα χρώματα του ουράνιου τόξου δίπλα που σε προτρέπει να χαίρεσαι αυτά που έχεις κι ας είν’ και λίγα, πάρε την μίζερη νεράιδα που σου ταιριάζει μπας και νιώσεις συμπόνια προς την ομοιοπαθή –την πάσχουσα από μιζέρια δηλαδή:
ΟΚ????
Και νομίζω επίσης, για να συνεχίσω με τα τραγουδάκια τα ανοιξιάτικα-ξύλινα-ευχάριστα πως μια άλλη βασική διαφορά μας είναι αυτή: εμένα κανείς δε μου είχε πει πως «θάρθει κάποια μέρα που ό,τι αντικρίζω θα το ερωτεύομαι» κι όμως το κάνω, γιατί είναι ευχάριστο! Εσένα πάλι παίζει και να στο είπε κάποιος αλλά αντί να τον ακούσεις παθαίνεις αυτό «μπρος στα μάτια σου περνάνε, φωσφορίζουνε και πάνε»..
Και μετά ζηλεύεις. Όχι εμένα αλλά αυτά που μου «τυχαίνουν». Εγώ που δεν είμαι μοιρολάτρισσα θα πω «αυτά που μου συμβαίνουν». Ε, κοίτα δεν είναι και τυχαία. Κάτι τα προκαλεί. Κάποιος τα προκαλεί. Εγώ τα προκαλώ. Κι εσύ μπορείς να προκαλέσεις τη δικιά σου ευτυχία. Αλλά δεν το κάνεις. Γιατί; Τώρα παίζουν 2 σενάρια –ας μιλήσω με τη δικιά σου ορολογία, αγαπητέ χάρτινε σεναριογράφε της ζωής των άλλων—το πρώτο είναι πως τη βρίσκεις με τη μαμουχαλιά σου και σ’ αρέσει και να σε λυπούνται. Το δεύτερο είναι πως δεν έχεις τη δύναμη να το κάνεις. Αυτό καθόλου δεν το κατακρίνω, πολλές φορές είμαστε αδύναμοι. εδώ είμαι , κι εδώ θα’μαι και «θα’μια πάντα εγώ μεσ’στο όπλο σου σφαίρα», κι ας είναι και σφεντόνα, αρκεί να έχεις ένα όπλο.
πάρε με στη χώρα που χορεύουν όλοι, όλη μέρα..
σβήνω απ’την άμμο όλα τα χνάρια απόψε που σε κυνηγάνε
ξέρεις δε φταίνε τα λιοντάρια, αν μείνουν νηστικά πεινάνε
θα το ξαναπω:
πες ό,τι θες μόνο μην πεις πως δε σου το’πα. Αφού σου το ‘πα
2 σχόλια:
Συγγνώμη που δεν θα συνεχίσω με Παυλίδειες ρήσεις, αλλά για κάποιο λόγο, νομίζω ότι το παρακάτω ταιριάζει σε κάποια πράγματα που λες:
Και χορεύω, χορεύω, χορεύω
και τη μοίρα μου μες του χορού τις στροφές
ξεγελάω και την παρασέρνω
Για σένα αγελαδίτσα μου: Σήμερα αφού σε άφησα στη στάση σου, και κατεβαίνοντας τη Ναυαρίνου, είδα ένα κίτρινο σχολικό λεωφορείο απο τον παιδικό σταθμό "το Χρυσαλιφούρφουρο".... Μετά όταν γύρισα σπίτι και το έψαξα στο ίντερνετ θυμήθηκα το τραγουδάκι απο τη Λιλιπούπολη. Να'το λοιπόν, για να συμπληρωθεί η διαδήλωση κατά της μιζέριας την οποία έχεις ξεκινήσει, και στην οποία συμμετέχω ολόψυχα!!!
Στα λαγκάδια της Λιλιπούπολης
βγαίνει ένα λουλουδάκι
που το λεν Χρυσαλιφούρφουρο
και μοιάζει με χρυσό τριανταφυλλάκι.
Φύσα, φύσα το Χρυσαλιφούρφουρο,
φύσα το την ʼνοιξη να φέρεις.
Κι αν πετάξει σα φτερό και πούπουλο,
κάποιος σ' αγαπάει και δεν το ξέρεις.
Χρυσαφένια φλουράκια κρέμονται
κάτω από τα πέταλά του.
Και στου Ζέφυρου το παιχνίδισμα
σαν να κουδουνίζει κάπου κάπου.
Φύσα, φύσα το Χρυσαλιφούρφουρο,
που κρατάς την Άνοιξη στο χέρι
Κι αχ! Αν γίνει σκόνη και χρυσόσκονη,
κάποιον αγαπάς και δεν το ξέρει.
Δημοσίευση σχολίου